συνίστησιν

Count: 29

ACC.SG FEM συνίστημι NOUN to set together, combine, associate, unite, band together

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

συνίστησιν PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 135
συνίστησιν DAT.PL FEM συνίστημι NOUN 2
συνίστησιν AOR ACT 3PL SBJV συνίστημι VERB 2
συνίστησιν PRF ACT 3PL IND συνίστημι VERB 1
συνίστησιν AOR ACT 3SG SBJV συνίστημι VERB 1

Other Forms With Same Analysis

συστὰν ACC.SG FEM συνίστημι NOUN 6
συνίστησι ACC.SG FEM συνίστημι NOUN 1
σύστασν ACC.SG FEM συνίστημι NOUN 1
συστή ACC.SG FEM συνίστημι NOUN 1
ϲυνιϲταμένην ACC.SG FEM συνίστημι NOUN 1