οὐρανία

Count: 30

NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ heavenly, of or in heaven, dwelling in heaven

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

οὐρανία NOM.SG FEM οὐράνιος NOUN 22
οὐρανία NOM.PL NEUT οὐράνιος ADJ 3
οὐρανία NOM.PL NEUT οὐράνιος NOUN 1
οὐρανία PRES MID 2SG IND οὐράνιος VERB 1
οὐρανία VOC.SG FEM οὐράνιος ADJ 1
οὐρανία ACC.PL NEUT οὐράνιος ADJ 1
οὐρανία VOC.SG FEM οὐράνιος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

οὐράνιος NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 19
Οὐρανία NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 4
ἐπουράνια NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 1
οὐράνιός NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 1
οὺρανία NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 1
ράνια NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 1