γεωμέτραι

Count: 32

NOM.PL MASC γεωμέτρης NOUN a land-measurer, geometer

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

γεωμέτραι NOM.PL MASC γεωμέτρης ADJ 39
γεωμέτραι NOM.PL FEM γεωμέτρης ADJ 19
γεωμέτραι NOM.PL FEM γεωμέτρης NOUN 12