δικαιώματα

Count: 43

NOM.PL NEUT δικαίωμα NOUN an act by which wrong is set right

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

δικαιώματα ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 174
δικαιώματα NOM.PL FEM δικαίωμα NOUN 1
δικαιώματα NOM.SG FEM δικαίωμα NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

δικαιώματά NOM.PL NEUT δικαίωμα NOUN 14
δικαιωτήρια NOM.PL NEUT δικαίωμα NOUN 8
Δικαιώματα NOM.PL NEUT δικαίωμα NOUN 3
Δικαιωτήρια NOM.PL NEUT δικαίωμα NOUN 1