συβώτης

Count: 49

NOM.SG MASC συβώτης NOUN a swineherd

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

Βασιλάκης NOM.SG MASC συβώτης NOUN 1
συβώτῃς NOM.SG MASC συβώτης NOUN 1
Συβώτηϲ NOM.SG MASC συβώτης NOUN 1
Συβότας NOM.SG MASC συβώτης NOUN 1