δημιουργοὺς

Count: 50

ACC.PL MASC δημιουργός NOUN one who works for the people, a skilled workman, handicraftsman

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

δημιουργοὺς ACC.PL MASC δημιουργός ADJ 5
δημιουργοὺς ACC.PL FEM δημιουργός NOUN 1
δημιουργοὺς ACC.PL FEM δημιουργός ADJ 1
δημιουργοὺς PRES ACT ACC.PL MASC PTCP δημιουργός VERB 1

Other Forms With Same Analysis

δημιουργούς ACC.PL MASC δημιουργός NOUN 19
δημιουργοὺϲ ACC.PL MASC δημιουργός NOUN 2
Δημιουργοὺς ACC.PL MASC δημιουργός NOUN 1
τουργοὺς ACC.PL MASC δημιουργός NOUN 1
ρᾳὃιουργούςὲ ACC.PL MASC δημιουργός NOUN 1