δικαίωμα

Count: 54

ACC.SG NEUT δικαίωμα NOUN an act by which wrong is set right

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

δικαίωμα NOM.SG NEUT δικαίωμα NOUN 65
δικαίωμα PRES ACT ACC.SG NEUT PTCP δικαίωμα VERB 5
δικαίωμα PRES ACT NOM.SG NEUT PTCP δικαίωμα VERB 3
δικαίωμα PRES MID NOM.SG NEUT PTCP δικαίωμα VERB 1
δικαίωμα AOR ACT 3PL IND δικαίωμα VERB 1
δικαίωμα NOM.PL MASC δικαίωμα NOUN 1
δικαίωμα AOR ACT 3SG IND δικαίωμα VERB 1
δικαίωμα NOM.PL NEUT δικαίωμα ADJ 1
δικαίωμα PRES MID DAT.SG NEUT PTCP δικαίωμα VERB 1

Other Forms With Same Analysis

δικαίωμά ACC.SG NEUT δικαίωμα NOUN 3