πρᾳότητα

Count: 56

ACC.SG FEM πραότης NOUN mildness, gentleness

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

πραότητα ACC.SG FEM πραότης NOUN 91
πραΰτητα ACC.SG FEM πραότης NOUN 7
πραότητά ACC.SG FEM πραότης NOUN 2
πραότη ACC.SG FEM πραότης NOUN 1
Πραότητα ACC.SG FEM πραότης NOUN 1
πραότητʼ ACC.SG FEM πραότης NOUN 1
>πραότητα ACC.SG FEM πραότης NOUN 1