Διονύσιον

Count: 80

ACC.SG NEUT διονύσιος NOUN of Dionysus, pr.n. Dionysius

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

Διονύσιον ACC.SG MASC διονύσιος NOUN 270
Διονύσιον ACC.SG MASC διονύσιος ADJ 8
Διονύσιον NOM.SG NEUT διονύσιος NOUN 7
Διονύσιον ACC.SG NEUT διονύσιος ADJ 2
Διονύσιον ACC.SG FEM διονύσιος NOUN 1
Διονύσιον NOM.SG NEUT διονύσιος ADJ 1