συγχωρήσει

Count: 80

FUT ACT 3SG IND συγχώρησις VERB agreement, consent

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

συγχωρήσει DAT.SG FEM συγχώρησις NOUN 15
συγχωρήσει AOR ACT 3SG SBJV συγχώρησις VERB 2
συγχωρήσει DAT.SG NEUT συγχώρησις NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

συγχωρήσειτούτοις FUT ACT 3SG IND συγχώρησις VERB 1