περιγείου

Count: 83

GEN.SG NEUT περίγειος NOUN surrounding the earth

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

περιγείου GEN.SG NEUT περίγειος ADJ 21
περιγείου GEN.SG MASC περίγειος ADJ 18
περιγείου GEN.SG FEM περίγειος ADJ 5
περιγείου GEN.SG MASC περίγειος NOUN 1