λογική

Count: 92

NOM.SG FEM λογικός ADJ of or for speech, possessed of reason, intellectual

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

λογική NOM.SG FEM λογικός NOUN 23
λογική NOM.PL NEUT λογικός ADJ 1
λογική SUP NOM.SG FEM λογικός ADJ 1
λογική INDECL λογικός PUNC 1

Other Forms With Same Analysis

λογικὴ NOM.SG FEM λογικός ADJ 367
λογικός NOM.SG FEM λογικός ADJ 2
λογική᾿ NOM.SG FEM λογικός ADJ 1
λογικῆ NOM.SG FEM λογικός ADJ 1
Λογικὴ NOM.SG FEM λογικός ADJ 1