λεπτόν

Count: 95

NOM.SG NEUT λεπτός ADJ (husked, threshed) fine, thin, delicate, subtle

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

λεπτόν ACC.SG NEUT λεπτός ADJ 71
λεπτόν ACC.SG MASC λεπτός ADJ 37
λεπτόν NOM.SG NEUT λεπτός NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

λεπτὸν NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 341
λεπτότερον NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 54
λεπτότατόν NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 2
λεπτότερόν NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
λεπτὸνκαὶ NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
λεπτο NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
λεπτό NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
Λεπτὸν NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
λεπτότατον NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
ραχὺ NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
Λεπτότατον NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1