διάβολος

Count: 96

NOM.SG MASC διάβολος ADJ slanderous, backbiting

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διάβολος NOM.SG MASC διάβολος NOUN 447
διάβολος NOM.SG FEM διάβολος ADJ 1
διάβολος GEN.SG MASC διάβολος NOUN 1
διάβολος NOM.SG FEM διάβολος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

διάβολοϲ NOM.SG MASC διάβολος ADJ 5
Διάβολοϲ NOM.SG MASC διάβολος ADJ 1
Διάβολος NOM.SG MASC διάβολος ADJ 1