μοιχεία

Count: 107

NOM.SG FEM μοιχεία NOUN adultery

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

μοιχεία NOM.PL NEUT μοιχεία NOUN 7
μοιχεία NOM.SG FEM μοιχεία ADJ 4
μοιχεία ACC.PL NEUT μοιχεία NOUN 3

Other Forms With Same Analysis

Μοιχεία NOM.SG FEM μοιχεία NOUN 1