κατηγορῆται

Count: 109

PRES MID 3SG SBJV κατηγορέω VERB to speak against, to accuse

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

κατηγορῆται PRES MID 3SG IND κατηγορέω VERB 20
κατηγορῆται NOM.PL MASC κατηγορέω NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

κατηγορῆταί PRES MID 3SG SBJV κατηγορέω VERB 7
κατηγορηται PRES MID 3SG SBJV κατηγορέω VERB 3
κατηγορῆται᾿ PRES MID 3SG SBJV κατηγορέω VERB 1
κατηγορηθῆ PRES MID 3SG SBJV κατηγορέω VERB 1