Πολιτείᾳ

Count: 130

DAT.SG FEM πολιτεία NOUN citizenship, citizen body, constitution

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

πολιτείᾳ DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 591
πολιτεία DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 6
πολιτείαι DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 3
Πολιτεία DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 2
Πολιτείαι DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 2
Πολιτειᾳ DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 1
πολιτεᾳ DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 1
πολιτειᾴ DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 1
πολιτεία̣ DAT.SG FEM πολιτεία NOUN 1