Λευῖται

Count: 172

NOM.PL MASC λευίτης NOUN Levi

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

Λευῖται NOM.PL FEM λευίτης NOUN 1
Λευῖται VOC.PL MASC λευίτης NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

Λευῗται NOM.PL MASC λευίτης NOUN 4
Λευΐται NOM.PL MASC λευίτης NOUN 2
λευΐται NOM.PL MASC λευίτης NOUN 1
λευῖται NOM.PL MASC λευίτης NOUN 1
Λευείται NOM.PL MASC λευίτης NOUN 1
Λευίται NOM.PL MASC λευίτης NOUN 1