τελειότης

Count: 209

NOM.SG FEM τελειότης NOUN completeness, perfection

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

τελειότης GEN.SG FEM τελειότης NOUN 39
τελειότης NOM.SG FEM τελειότης ADJ 7
τελειότης NOM.SG MASC τελειότης NOUN 2
τελειότης NOM.SG MASC τελειότης ADJ 1
τελειότης PRES ACT 2SG OPT τελειότης VERB 1

Other Forms With Same Analysis

τελειότητα NOM.SG FEM τελειότης NOUN 4
τελειότηϲ NOM.SG FEM τελειότης NOUN 4
τελειότης᾿ NOM.SG FEM τελειότης NOUN 1
τελειότητί NOM.SG FEM τελειότης NOUN 1