Τηλέμαχος

Count: 235

NOM.SG MASC τηλέμαχος NOUN fighting from afar
Telemachus

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

Τηλέμαχός NOM.SG MASC τηλέμαχος NOUN 11
Τηλέμαχοϲ NOM.SG MASC τηλέμαχος NOUN 5
Τηλεμάχιός NOM.SG MASC τηλέμαχος NOUN 1
Τηλέμα NOM.SG MASC τηλέμαχος NOUN 1
Τηλέμαχʼ NOM.SG MASC τηλέμαχος NOUN 1
Τηλέμάχος NOM.SG MASC τηλέμαχος NOUN 1
Τηλέμαγος NOM.SG MASC τηλέμαχος NOUN 1