παρακολουθεῖ

Count: 247

PRES ACT 3SG IND παρακολουθέω VERB to follow beside, follow closely

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

παρακολουθεῖ PRES ACT 2SG IND παρακολουθέω VERB 2
παρακολουθεῖ PRES MID 2SG IND παρακολουθέω VERB 1
παρακολουθεῖ NOM.PL MASC παρακολουθέω NOUN 1
παρακολουθεῖ PRES ACT 3SG IND παρακολουθo VERB 1

Other Forms With Same Analysis

παρακολουθήϲει PRES ACT 3SG IND παρακολουθέω VERB 11
παρακολουθοῖ PRES ACT 3SG IND παρακολουθέω VERB 3
παρακολούθει PRES ACT 3SG IND παρακολουθέω VERB 2
Παρακολουθεῖ PRES ACT 3SG IND παρακολουθέω VERB 1
παρακουλουθήϲει PRES ACT 3SG IND παρακολουθέω VERB 1
παρηκολούθει PRES ACT 3SG IND παρακολουθέω VERB 1