κτίσμα

Count: 307

NOM.SG NEUT κτίσμα NOUN anything created, a creature

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

κτίσμα ACC.SG NEUT κτίσμα NOUN 219
κτίσμα VOC.SG NEUT κτίσμα NOUN 5
κτίσμα DAT.PL NEUT κτίσμα NOUN 2
κτίσμα IMPRF ACT 3SG IND κτίσμα VERB 1
κτίσμα PRES ACT 2SG IMP κτίσμα VERB 1
κτίσμα PRES MID 1SG IND κτίσμα VERB 1

Other Forms With Same Analysis

Κτίσμα NOM.SG NEUT κτίσμα NOUN 6
>κτίσμα NOM.SG NEUT κτίσμα NOUN 1