μέθοδος

Count: 337

NOM.SG FEM μέθοδος NOUN a following after, pursuit

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

μέθοδος NOM.SG MASC μέθοδος NOUN 3
μέθοδος GEN.SG FEM μέθοδος NOUN 2
μέθοδος ACC.PL FEM μέθοδος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

μέθοδός NOM.SG FEM μέθοδος NOUN 31
Μέθοδος NOM.SG FEM μέθοδος NOUN 6
μέθοδοϲ NOM.SG FEM μέθοδος NOUN 4
μεθόδος NOM.SG FEM μέθοδος NOUN 1