τόνου

Count: 338

GEN.SG MASC τόνος NOUN rope, cord, brace; stretching, raising, exertion, pitch

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

τόνου GEN.SG NEUT τόνος NOUN 9
τόνου GEN.SG MASC τόνος ADJ 5
τόνου GEN.SG MASC τόνος PRONOUN 5
τόνου GEN.SG NEUT τόνος PRONOUN 4
τόνου GEN.SG NEUT τόνος ADJ 4
τόνου GEN.SG FEM τόνος NOUN 4

Other Forms With Same Analysis

διτόνου GEN.SG MASC τόνος NOUN 13
τόνος GEN.SG MASC τόνος NOUN 7
τόνω GEN.SG MASC τόνος NOUN 1
τόνοο GEN.SG MASC τόνος NOUN 1