πραγματείας

Count: 1,006

GEN.SG FEM πραγματεία NOUN the careful prosecution of an affair, diligent study, hard work

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

πραγματείας ACC.PL FEM πραγματεία NOUN 162

Other Forms With Same Analysis

ΠΡΑΓΜΑΤΕΙΑΣ GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 16
πραγματείαϲ GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 15
πραγμτείας GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 2
πραγματείης GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 1
πραγματεί GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 1
πραγματαίας GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 1
πραγματίης GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 1
πραγμαείας GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 1
πραγματείκς GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 1
πραγματειας GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 1
πραγματίας GEN.SG FEM πραγματεία NOUN 1