τελέως

Count: 1,551

INDECL τέλειος ADV having reached its end, finished, complete

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

τελέως GEN.SG NEUT τέλειος ADJ 1
τελέως GEN.SG MASC τέλειος NOUN 1
τελέως GEN.SG NEUT τέλειος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

τελείως INDECL τέλειος ADV 562
τελέωϲ INDECL τέλειος ADV 34
τελείωϲ INDECL τέλειος ADV 14
τελῶς INDECL τέλειος ADV 13
>τελείως INDECL τέλειος ADV 2
τελείὡς INDECL τέλειος ADV 1
τελειιοτάτως INDECL τέλειος ADV 1
τελέιως INDECL τέλειος ADV 1
τελῶϲ INDECL τέλειος ADV 1
τελειω INDECL τέλειος ADV 1
τελεωτέρως INDECL τέλειος ADV 1