Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπάνευθε
ἀπανθέω
ἀπάνθησις
ἀπανθίζω
ἀπάνθισμα
ἀπανθισμός
ἀπανθρακίζω
ἀπανθρακίς
ἀπανθράκισμα
ἀπανθρακόω
ἀπανθρωπέομαι
ἀπανθρωπία
ἀπανθρωπίζομαι
ἀπάνθρωπος
ἀπανίστημι
ἀπάνουργευτος
ἁπανταχῆ
ἁπανταχόθεν
ἁπανταχόθι
ἁπανταχοῖ
ἁπανταχόσε
View word page
ἀπανθρωπέομαι
shun like a misanthrope

ShortDef

shun like a misanthrope

Debugging

Headword:
ἀπανθρωπέομαι
Headword (normalized):
ἀπανθρωπέομαι
Headword (normalized/stripped):
απανθρωπεομαι
IDX:
9977
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9978
Key:

Data

{'content': 'shun like a misanthrope'}