Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁπαλία
ἁπαλίας
ἀπαλλαγή
ἀπαλλακτέον
ἀπαλλακτέος
ἀπαλλακτής
ἀπαλλακτικός
ἀπαλλαξείω
ἀπαλλαξίκακος
ἀπάλλαξις
ἀπαλλάσσω
ἀπαλλητός
ἀπαλλοιόω
ἀπαλλότριος
ἀπαλλοτριόω
ἀπαλλοτρίωσις
ἀπαλοάω
ἁπαλόθριξ
ἀπαλοιάω
ἀπαλοιφή
ἁπαλοκροκῶδες
View word page
ἀπαλλάσσω
to set free, release, deliver

ShortDef

to set free, release, deliver

Debugging

Headword:
ἀπαλλάσσω
Headword (normalized):
ἀπαλλάσσω
Headword (normalized/stripped):
απαλλασσω
IDX:
9898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9899
Key:

Data

{'content': 'to set free, release, deliver'}