Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπαλθαίνομαι
ἀπάλθομαι
ἁπαλία
ἁπαλίας
ἀπαλλαγή
ἀπαλλακτέον
ἀπαλλακτέος
ἀπαλλακτής
ἀπαλλακτικός
ἀπαλλαξείω
ἀπαλλαξίκακος
ἀπάλλαξις
ἀπαλλάσσω
ἀπαλλητός
ἀπαλλοιόω
ἀπαλλότριος
ἀπαλλοτριόω
ἀπαλλοτρίωσις
ἀπαλοάω
ἁπαλόθριξ
ἀπαλοιάω
View word page
ἀπαλλαξίκακος
warding off evil, epithet of Herakles
ShortDef
warding off evil, epithet of Herakles
Debugging
Headword:
ἀπαλλαξίκακος
Headword (normalized):
ἀπαλλαξίκακος
Headword (normalized/stripped):
απαλλαξικακος
IDX:
9896
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9897
Key:
Data
{'content': 'warding off evil, epithet of Herakles'}