Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὠφελέω
ὠφέλημα
ὠφελήσιμος
ὠφέλησις
ὠφελητέος
ὠφελητικός
ὠφελία
ὠφέλιμος
ὤχ
ὠχεί
ὤχνων
Ὦχος
ὤχρα
ὠχραίνω
ὠχραντικός
ὠχράω
ὠχρία
ὠχρίας
ὠχρίασις
ὠχριάω
ὠχροειδής
View word page
ὤχνων
[unknown meaning]
ShortDef
[unknown meaning]
Debugging
Headword:
ὤχνων
Headword (normalized):
ὤχνων
Headword (normalized/stripped):
ωχνων
IDX:
98554
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98555
Key:
Data
{'content': '[unknown meaning]'}