Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὡσπεράν
ὡσπερεί
ὡσπεροὖν
ὥστε
ὠστέον
ὤστης
ὠστίζομαι
ὠστικός
ὠστισμός
ὠστός
ὤσχη
ὠσχός
ὠσχοφορέω
Ὠσχοφόρια
ὠσχοφορικός
ὠσχοφόροι
ὠτακίς
ὠτακουστέω
ὠτακουστής
ὠταλγέω
ὠταλγία
View word page
ὤσχη
[lexical cite]

ShortDef

[lexical cite]

Debugging

Headword:
ὤσχη
Headword (normalized):
ὤσχη
Headword (normalized/stripped):
ωσχη
IDX:
98504
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98505
Key:

Data

{'content': '[lexical cite]'}