Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὦσις
ὠσμή
ὥσπερ
ὡσπεράν
ὡσπερεί
ὡσπεροὖν
ὥστε
ὠστέον
ὤστης
ὠστίζομαι
ὠστικός
ὠστισμός
ὠστός
ὤσχη
ὠσχός
ὠσχοφορέω
Ὠσχοφόρια
ὠσχοφορικός
ὠσχοφόροι
ὠτακίς
ὠτακουστέω
View word page
ὠστικός
inclined to thrust, pushing

ShortDef

inclined to thrust, pushing

Debugging

Headword:
ὠστικός
Headword (normalized):
ὠστικός
Headword (normalized/stripped):
ωστικος
IDX:
98501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98502
Key:

Data

{'content': 'inclined to thrust, pushing'}