Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπαιολάω
ἀπαιολέω
ἀπαιόλη
ἀπαιόλημα
ἀπαίρω
ἄπαις
ἀπαίσιος
Ἀπαισός
ἀπαΐσσω
ἀπαισχύνομαι
ἀπαιτέω
ἀπαίτημα
ἀπαιτήσιμον
ἀπαίτησις
ἀπαιτητέον
ἀπαιτητής
ἀπαιτητικός
ἀπαιτίζω
ἀπαίων
ἀπαιωρέομαι
ἀπαιώρημα
View word page
ἀπαιτέω
to demand back, demand

ShortDef

to demand back, demand

Debugging

Headword:
ἀπαιτέω
Headword (normalized):
ἀπαιτέω
Headword (normalized/stripped):
απαιτεω
IDX:
9849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9850
Key:

Data

{'content': 'to demand back, demand'}