Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπαίθομαι
ἀπαιθριάζω
ἀπαιθύσσομαι
ἀπαίνυμαι
ἀπαιολάω
ἀπαιολέω
ἀπαιόλη
ἀπαιόλημα
ἀπαίρω
ἄπαις
ἀπαίσιος
Ἀπαισός
ἀπαΐσσω
ἀπαισχύνομαι
ἀπαιτέω
ἀπαίτημα
ἀπαιτήσιμον
ἀπαίτησις
ἀπαιτητέον
ἀπαιτητής
ἀπαιτητικός
View word page
ἀπαίσιος
ill-omened

ShortDef

ill-omened

Debugging

Headword:
ἀπαίσιος
Headword (normalized):
ἀπαίσιος
Headword (normalized/stripped):
απαισιος
IDX:
9845
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9846
Key:

Data

{'content': 'ill-omened'}