Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὥρη
ὡρηφόρος
ὡριαῖος
ὡρικός
ὡριμαία
ὥριμος
ὡριμότης
ὡριόκαρπος
ὤριος
ὥριος
ὤριος2
ὡρισμένως
ὡρίτης
Ὠρίων
ὡρογενής
ὡρογνωμονέω
ὡρογραφίαι
ὡρογράφος
ὡρόδεσμος
ὡροδρομέω
ὡροδρόμημα
View word page
ὤριος2
[lexical cite]

ShortDef

nightly
[lexical cite]

Debugging

Headword:
ὤριος2
Headword (normalized):
ὤριος
Headword (normalized/stripped):
ωριος2
IDX:
98438
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98439
Key:

Data

{'content': '[lexical cite]'}