Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὡραιοπολέω
ὡραιοπώλης
ὡραῖος
ὡραιότης
ὡραϊσμός
ὡραϊστής
ὡρακιάω
ὤρανος
ὡράριθμος
ὥρασι
ὠρεῖον
ὡρεῖον
Ὠρείτης
Ὠρεός
ὠρεσίδουπος
ὡρεσιδώτης
ὠρεύω
ὥρη
ὡρηφόρος
ὡριαῖος
ὡρικός
View word page
ὠρεῖον
guard-house, fort

ShortDef

guard-house, fort

Debugging

Headword:
ὠρεῖον
Headword (normalized):
ὠρεῖον
Headword (normalized/stripped):
ωρειον
IDX:
98421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98422
Key:

Data

{'content': 'guard-house, fort'}