Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ᾠόπωλις
ᾠοσκοπία
ᾠοσκύφιον
ᾠοτοκεύς
ᾠοτοκέω
ᾠοτοκία
ᾠοτόκος
ᾠοφαγέω
ᾠοφορέω
ᾠοφόρος
ᾠοφυλακέω
ὠπάζομαι
ὧπερ
ὠπή
ὥρα
ὤρα
ὥρα2
Ὧραι
ὡραΐζω
ὡραιόκαρπος
ὡραιοκόμος
View word page
ᾠοφυλακέω
guard their eggs

ShortDef

guard their eggs

Debugging

Headword:
ᾠοφυλακέω
Headword (normalized):
ᾠοφυλακέω
Headword (normalized/stripped):
ωοφυλακεω
IDX:
98399
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98400
Key:

Data

{'content': 'guard their eggs'}