Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὦνος
ᾠοβραχής
ᾠόγαλα
ᾠογενής
ᾠογονέω
ᾠογονία
ᾠοειδής
ᾠοθεσία
ᾠοθυτικά
ὠοίφιον
ᾠόν
ᾦον
ὠόπ
ᾠόπωλις
ᾠοσκοπία
ᾠοσκύφιον
ᾠοτοκεύς
ᾠοτοκέω
ᾠοτοκία
ᾠοτόκος
ᾠοφαγέω
View word page
ᾠόν
egg
ShortDef
egg
Debugging
Headword:
ᾠόν
Headword (normalized):
ᾠόν
Headword (normalized/stripped):
ωον
IDX:
98386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98387
Key:
Data
{'content': 'egg'}