Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὠνήτωρ
ὠνιακός
ὤνιος
ὧννυ
ὠνομασμένως
ὦνος
ᾠοβραχής
ᾠόγαλα
ᾠογενής
ᾠογονέω
ᾠογονία
ᾠοειδής
ᾠοθεσία
ᾠοθυτικά
ὠοίφιον
ᾠόν
ᾦον
ὠόπ
ᾠόπωλις
ᾠοσκοπία
ᾠοσκύφιον
View word page
ᾠογονία
laying of eggs
ShortDef
laying of eggs
Debugging
Headword:
ᾠογονία
Headword (normalized):
ᾠογονία
Headword (normalized/stripped):
ωογονια
IDX:
98381
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98382
Key:
Data
{'content': 'laying of eggs'}