Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὤνησις
ὠνητέος
ὠνητής
ὠνητιάω
ὠνητικός
ὠνητός
ὠνήτωρ
ὠνιακός
ὤνιος
ὧννυ
ὠνομασμένως
ὦνος
ᾠοβραχής
ᾠόγαλα
ᾠογενής
ᾠογονέω
ᾠογονία
ᾠοειδής
ᾠοθεσία
ᾠοθυτικά
ὠοίφιον
View word page
ὠνομασμένως
by giving names

ShortDef

by giving names

Debugging

Headword:
ὠνομασμένως
Headword (normalized):
ὠνομασμένως
Headword (normalized/stripped):
ωνομασμενως
IDX:
98375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98376
Key:

Data

{'content': 'by giving names'}