Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὠμοφαγέω
ὠμοφαγία
ὠμοφάγιον
ὠμόφαγος
ὠμοφάγος
ὠμοφόριον
ὠμοφόρος
ὠμόφρων
ὠμοχάραξ
ὠμοχειρούργητος
ὠνατάς
ὠνέομαι
ὠνή
ὤνημα
ὠνησείω
ὤνησις
ὠνητέος
ὠνητής
ὠνητιάω
ὠνητικός
ὠνητός
View word page
ὠνατάς
buyer, Dor.
ShortDef
buyer, Dor.
Debugging
Headword:
ὠνατάς
Headword (normalized):
ὠνατάς
Headword (normalized/stripped):
ωνατας
IDX:
98360
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98361
Key:
Data
{'content': 'buyer, Dor.'}