Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὤκιμον
ὠκιμώδης
ὤκινον
ὠκίς
ὠκύαλος
ὠκυβόλος
ὠκυγένεθλος
ὠκυδήκτωρ
ὠκυδίδακτος
ὠκυδίνατος
ὠκυδίνητος
ὠκυδρόμας
ὠκυδρομέω
ὠκύδρομος
ὠκυεπής
ὠκύθοος
ὠκυκέλευθος
ὠκυλόχεια
ὠκυμάχος
ὠκύμολος
ὠκύμορος
View word page
ὠκυδίνητος
quick-whirling
ShortDef
quick-whirling
Debugging
Headword:
ὠκυδίνητος
Headword (normalized):
ὠκυδίνητος
Headword (normalized/stripped):
ωκυδινητος
IDX:
98235
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98236
Key:
Data
{'content': 'quick-whirling'}