Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὠκιμοειδής
ὤκιμον
ὠκιμώδης
ὤκινον
ὠκίς
ὠκύαλος
ὠκυβόλος
ὠκυγένεθλος
ὠκυδήκτωρ
ὠκυδίδακτος
ὠκυδίνατος
ὠκυδίνητος
ὠκυδρόμας
ὠκυδρομέω
ὠκύδρομος
ὠκυεπής
ὠκύθοος
ὠκυκέλευθος
ὠκυλόχεια
ὠκυμάχος
ὠκύμολος
View word page
ὠκυδίνατος
swiftly wheeling

ShortDef

swiftly wheeling

Debugging

Headword:
ὠκυδίνατος
Headword (normalized):
ὠκυδίνατος
Headword (normalized/stripped):
ωκυδινατος
IDX:
98234
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98235
Key:

Data

{'content': 'swiftly wheeling'}