Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὠδυσίη
ὤεον
ὤζω
ὠή
ὠθέω
ὠθίζω
ὠθισμός
ὠΐδας
ὠΐζω
ὦκα
Ὠκεάνειος
ὠκεάνης
Ὠκεανίνη
Ὠκεανίς
ὠκεανῖτις
ὠκεανόβρυτος
Ὠκεανόνδε
Ὠκεανός
ὠκιμοειδής
ὤκιμον
ὠκιμώδης
View word page
Ὠκεάνειος
of Ocean
ShortDef
of Ocean
Debugging
Headword:
Ὠκεάνειος
Headword (normalized):
ὠκεάνειος
Headword (normalized/stripped):
ωκεανειος
IDX:
98216
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98217
Key:
Data
{'content': 'of Ocean'}