Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπαγρίωσις
ἄπαγρος
ἀπαγχονίζω
ἀπάγχω
ἀπάγω
ἀπαγωγή
ἀπαγωγός
ἀπαδικέω
ἀπᾳδόντως
ἀπᾴδω
ἀπαείρομαι
ἀπαείρω
ἀπαέξομαι
ἀπαθανατίζω
ἀπαθανάτισις
ἀπάθεια
ἀπαθέω
Ἀπαθηναῖοι
ἀπαθής
ἀπαιγειρόομαι
ἀπαιδαγώγητος
View word page
ἀπαείρομαι
bearing away

ShortDef

bearing away

Debugging

Headword:
ἀπαείρομαι
Headword (normalized):
ἀπαείρομαι
Headword (normalized/stripped):
απαειρομαι
IDX:
9818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9819
Key:

Data

{'content': 'bearing away'}