Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ψύλλα
ψυλλίζω
ψύλλιον
ψυλλόβρωτος
ψύλλος
ψυλλοτοξότης
ψῦξις
Ψύρα
Ψυρίη
ψύττω
ψυχά
ψυχαγωγέω
ψυχαγωγή
ψυχαγωγία
ψυχαγωγικός
ψυχαγώγιον
ψυχαγωγός
ψυχάζω
ψυχαῖος
ψυχαπάτης
ψυχάριον
View word page
ψυχά
soul
ShortDef
soul
Debugging
Headword:
ψυχά
Headword (normalized):
ψυχά
Headword (normalized/stripped):
ψυχα
IDX:
98047
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98048
Key:
Data
{'content': 'soul'}