Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ψυδρός
ψύθος
ψυκτέον
ψυκτήρ
ψυκτήριον
ψυκτήριος
ψυκτηρίσκος
ψυκτικός
ψύκτρα
ψύλλα
ψυλλίζω
ψύλλιον
ψυλλόβρωτος
ψύλλος
ψυλλοτοξότης
ψῦξις
Ψύρα
Ψυρίη
ψύττω
ψυχά
ψυχαγωγέω
View word page
ψυλλίζω
catch fleas
ShortDef
catch fleas
Debugging
Headword:
ψυλλίζω
Headword (normalized):
ψυλλίζω
Headword (normalized/stripped):
ψυλλιζω
IDX:
98038
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98039
Key:
Data
{'content': 'catch fleas'}