Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψυγμοκατάρρους
ψυγμός
ψύγω
ψυδνός
ψυδράκιον
ψυδρακόω
ψυδρός
ψύθος
ψυκτέον
ψυκτήρ
ψυκτήριον
ψυκτήριος
ψυκτηρίσκος
ψυκτικός
ψύκτρα
ψύλλα
ψυλλίζω
ψύλλιον
ψυλλόβρωτος
ψύλλος
ψυλλοτοξότης
View word page
ψυκτήριον
a cool shady place

ShortDef

a cool shady place

Debugging

Headword:
ψυκτήριον
Headword (normalized):
ψυκτήριον
Headword (normalized/stripped):
ψυκτηριον
IDX:
98032
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-98033
Key:

Data

{'content': 'a cool shady place'}