Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψιλομετρία
ψιλόπλευρον
ψιλοποιέω
ψιλός
ψιλόταπις
ψιλότης
ψιλόφυτος
ψιλόω
ψίλωθρον
ψίλωμα
ψίλωσις
ψιλωτέον
ψιλωτής
ψιλωτικός
ψιλωτόν
ψιμυθίζω
ψιμύθιον
ψιμυθιοφανής
ψιμυθιόω
ψιμυθιστής
ψιμυθοειδής
View word page
ψίλωσις
stripping bare of flesh

ShortDef

stripping bare of flesh

Debugging

Headword:
ψίλωσις
Headword (normalized):
ψίλωσις
Headword (normalized/stripped):
ψιλωσις
IDX:
97975
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97976
Key:

Data

{'content': 'stripping bare of flesh'}