Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψιλογραφέω
ψιλοκέραμος
ψιλόκερως
ψιλοκιθαριστής
ψιλοκορρέω
ψιλοκόρσης
ψιλόκουρος
ψιλόκρανος
ψιλομετρία
ψιλόπλευρον
ψιλοποιέω
ψιλός
ψιλόταπις
ψιλότης
ψιλόφυτος
ψιλόω
ψίλωθρον
ψίλωμα
ψίλωσις
ψιλωτέον
ψιλωτής
View word page
ψιλοποιέω
write with a smooth breathing

ShortDef

write with a smooth breathing

Debugging

Headword:
ψιλοποιέω
Headword (normalized):
ψιλοποιέω
Headword (normalized/stripped):
ψιλοποιεω
IDX:
97967
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97968
Key:

Data

{'content': 'write with a smooth breathing'}